Ο πόνος επηρεάζει τη συμπεριφορά του ανθρώπου, καθώς αποτελεί το μέσο ειδοποίησης προς το περιβάλλον για τον κίνδυνο που απειλεί το σώμα του αλλά και για την οδύνη που βιώνει.
Τα προηγούμενα χρόνια, ο πόνος είχε συνδεθεί με συμπεριφορές ηρωισμού, ψυχικού σθένους και δύναμης, με αποτέλεσμα ο ιατρικός χώρος να είχε παραγνωρίσει τη μελέτη του στοιχείου του πόνου. Ωστόσο, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, το ενδιαφέρον τόσο της ιατρικής κοινότητας όσο και της πολιτείας επικεντρώθηκε στη φαρμακευτική, φυσιολογική και ψυχολογική διάσταση του πόνου.
Σύμφωνα με τους Ζγαντζούρη και Μάντη (2004), ο πόνος είναι ένα διαπεραστικό σύμπτωμα που αναφέρεται ως αιτία ανικανότητας πολλών καθημερινών δραστηριοτήτων που οδηγεί το άτομο στην αναζήτηση βοήθειας από ειδικούς ή την αποφυγή της λόγω ερμηνείας του στοιχείου του πόνου από τον πάσχοντα ως προσωπικής και κοινωνικής αδυναμίας. Η τελευταία περίπτωση εξαρτάται από την αντίδραση του ατόμου απέναντι στον πόνο, η οποία καθορίζεται από τις γνωστικές λειτουργίες του κι έτσι παρουσιάζει ποικιλία και διαφοροποιήσεις ανάλογα με τα βιώματα του εκάστοτε πάσχοντα και την πάροδο του χρόνου.
Επίσης, για την πληρέστερη κατανόηση του στοιχείου του πόνου κρίνεται σημαντική η εξέταση των ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του πάσχοντα. Συχνά, το αίσθημα του πόνου συνοδεύεται από την ύπαρξη φόβου. Οι φοβίες είναι παθήσεις που συνοδεύουν την ανθρώπινη φύση και τον πολιτισμό από τη στιγμή της ύπαρξής του. Σύμφωνα με τον Ιπποκράτη, από την αρχαιότητα ήδη ο άνθρωπος εκδήλωνε έντονες φοβίες (π.χ. προς πλήθος κόσμου ή προς την έξοδο από το σπίτι στο φως της ημέρας) λόγω του αισθήματος απειλής. Οι περιγραφές του Ιπποκράτη ανταποκρίνονται επακριβώς στη σύγχρονη κλινική εικόνα των φοβιών παρόλο που τότε η διάγνωσή τους δεν ήταν ακόμη γνωστή (Saul, 2001).
Σύμφωνα με τους Mersky και Spear (1967), ο πόνος αποτελεί μια αντιστοιχία δυσάρεστης αίσθησης και ιστικής βλάβης. Καθώς, όμως, σε μερικές ψυχογενείς περιπτώσεις δεν υπάρχει αυτή η αντιστοιχία, στη συνέχεια δόθηκε κι άλλος πληρέστερος ορισμός που περιείχε τη φράση «ως εάν», προκειμένου να καλυφθούν καταστάσεις τέτοιου είδους. Έτσι, δόθηκε ο ορισμός σύμφωνα με τον οποίο πόνος είναι «μια δυσάρεστη σωματική και συναισθηματική εμπειρία προερχόμενη από πραγματική ή πιθανή ιστική βλάβη ή το ίδιο βίωμα ως εάν ή σαν να υπήρχε η ιστική βλάβη» (Σολδάτος, 1991).
Ο ορισμός αυτός με τη συμπληρωματική φράση «ως εάν» αποτέλεσε την εννοιολογική βάση του τελικού ορισμού που δόθηκε από τη Διεθνή Εταιρεία για τη Μελέτη του Πόνου (International Association for the Study of Pain) ή (IASP), που αποδέχεται την ισοδύναμη ύπαρξη αισθητηριακού και συναισθηματικού στοιχείου αλλά και την ύπαρξη πόνου και όταν ο ασθενής περιγράφει την εμπειρία του «σαν να» υπήρχε ιστική βλάβη. Με άλλα λόγια, πόνος είναι «μια δυσάρεστη υποκειμενική αισθητική και συναισθηματική εμπειρία, που συνδέεται με πραγματική ή δυνητική ιστική βλάβη ή που περιγράφεται σαν τέτοια» (IASP, 1979).
O πόνος αποτελεί ένα δυσάρεστο υποκειμενικό οδυνηρό αίσθημα, το οποίο μαθαίνει κανείς βάσει των προσωπικών του εμπειριών από νωρίς στην ζωή. Πρόκειται για την αντίδραση του οργανισμού σε μια βλάβη των ιστών, η οποία ενδέχεται να προκληθεί ακόμα και από απλές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, το κάθισμα στα ισχία για μεγάλο χρονικό διάστημα, μπορεί να προκαλεί βλάβη σε ιστούς εξαιτίας της αναστολής της αιμάτωσης του δέρματος στα σημεία που το δέρμα συμπιέζεται από το βάρος του σώματος. Στην προκειμένη περίπτωση, η αντίδραση του οργανισμού στην ισχαιμία είναι η απότομη αλλαγή θέσης, εκτός κι αν βέβαια, υπάρχει βλάβη στο νωτιαίο μυελό και το άτομο δεν αισθάνεται τον πόνο. Επομένως, ο πόνος αποτελεί έναν προστατευτικό μηχανισμό του σώματος που εξαναγκάζει το
άτομο να αντιδρά έστι ώστε να απομακρύνει το αλγογόνο ερέθισμα (Χαρχαρίδου, 2015).
Οι τύποι πόνου και τα χαρακτηριστικά τους
Ο πόνος διακρίνεται σε τέσσερεις διαφορετικούς κύριους τύπους:
- τον ταχύ πόνο,
- το βραδύ πόνο,
- τον οξύ και
- το χρόνιο.
Ο ταχύς πόνος εμφανίζεται σε 0,1 sec μετά την εφαρμογή αλγογόνου ερεθίσματος, ενώ ο βραδύς πόνος αρχίζει να γίνεται αισθητός μετά από 1 sec ή και περισσότερο και στη συνέχεια η ένταση του αυξάνεται βραδέως για πολλά δευτερόλεπτα, και σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και για αρκετά λεπτά.
Οι οδοί για την αγωγή των τύπων πόνου είναι διαφορετικές, καθώς και ότι η καθεμιά τους έχει και διαφορετικές ιδιότητες. Ο ταχύς πόνος από πολλούς περιγράφεται επίσης και ως οξύς πόνος, ηλεκτρικός πόνος κλπ. Ο πόνος αυτού του τύπου γίνεται αισθητός με την εισαγωγή βελόνας στο δέρμα, είτε κατά την τομή του δέρματος με μαχαίρι, καθώς και σε οξύ έγκαυμα του δέρματος. Αισθητός γίνεται επίσης κατά την επίδραση στο δέρμα ηλεκτρικού ρεύματος. Ο ταχύς πόνος δεν γίνεται αισθητός από τους περισσότερους εν τω βάθει ιστούς του σώματος.
Ο βραδύς πόνος αναφέρεται επίσης με διάφορα ονόματα όπως καυστικός πόνος, βύθιος πόνος, σφύζων πόνος, χρόνιος πόνος κλπ. Ο πόνος αυτού του τύπου συνήθως συσχετίζεται με καταστροφή ιστών. Μπορεί να καθίσταται βασανιστικός και να οδηγεί σε μακροχρόνια ανυπόφορη απελπιστική αγωνία. Μπορεί να προέρχεται τόσο από το δέρμα όσο και από οποιονδήποτε εν τω βάθει ιστό είτε και όργανο.
O οξύς πόνος είναι πόνος μικρής διάρκειας και συνήθως έχει εύκολα διευκρινίσιμη αιτία. Ο τύπος αυτός αλγεινού αισθήματος γενικά δημιουργείται εγκεφαλικά (στο περιφερικό νευρικό σύστημα) αλλά η αντίληψη και επεξεργασία του γίνεται από τον εγκέφαλο (το κεντρικό νευρικό σύστημα). Στην ουσία ο οξύς πόνος λειτουργεί σαν σήμα κινδύνου για βλάβη που επαπειλείται ή έχει ήδη συμβεί: είναι η φυσιολογική αντίδραση σε επιβλαβές ή επικίνδυνο ερέθισμα. Το ερέθισμα αυτό μπορεί να είναι μηχανικό (όπως μετά από ένα οστικό κάταγμα), θερμικό (όπως μετά από ένα έγκαυμα), ή χημικό (όπως εκείνα που οφείλονται σε φλεγμονώδη αντίδραση του οργανισμού κατά την διάρκεια οξείας νόσου – παράδειγμα είναι οι μυαλγίες κατά την διάρκεια μιας ίωσης ή οι αρθραλγίες σε αρθριτικό σύνδρομο).
Ο χρόνιος πόνος συχνά είναι ανεξάρτητος από την αρχική του αιτία. Το αίτιο του άλγους μπορεί να μην υφίσταται πλέον αλλά τα υπερδιεγερμένα νεύρα εξακολουθούν να αναφέρουν άλγος στον εγκέφαλο. Σε άλλες περιπτώσεις η αιτία του άλγους μπορεί να συνεχίζει να υπάρχει και να μην είναι δυνατό να θεραπευθεί ή αφαιρεθεί επειδή σχετίζεται με εμμένουσα ή ανίατη νόσο. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο πόνος διαρκεί περισσότερο από τον χρόνο που απαιτείται για την επούλωση μιας κάκωσης ή για την βελτίωση μιας τρέχουσας νοσηρής κατάστασης.
Η αντίληψη του άλγους είναι δυνατόν επίσης να αποσυνδεθεί πλήρως από το αρχικό οδυνηρό ερέθισμα, ώστε το αλγεινό σήμα να χάσει εντελώς την προειδοποιητική του σημασία. Έτσι, ο συνεχής ή διαλείπων πόνος συχνά παραμένει περισσότερο από ότι ο λειτουργικός του σκοπός το απαιτεί: δεν βοηθά δηλαδή τον οργανισμό να προφυλαχθεί από μια βλάβη. Μπορεί κανείς επίσης να αναφέρεται στην μετατροπή σε χρόνιο του άλγους που προκύπτει στα πλαίσια ενός φαύλου κύκλου, όπου αλγεινό ερέθισμα το οποίο δεν θεραπεύεται οδηγεί σε επιπρόσθετες διεργασίες που προκαλούν επιπλέον πόνο. Για τους λόγους αυτούς ο χρόνιος πόνος είναι δυσκολότερο να αντιμετωπισθεί σε σχέση με τον οξύ πόνο. Μπορεί έτσι να θεωρηθεί ως αυτόνομη παθολογική οντότητα. Καταστάσεις που οδηγούν σε χρόνιο πόνο συζητούνται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στο τα καλά σε αναλγητικά και έτσι περιορίζεται σε διάρκεια. (Guyton, 1997)
Βιβλιογραφία:
-Βασιλάκος Δ. (2008). Ο πόνος και η Αντιμετώπιση του
-DiMatteo, R.M.Martin, R.L. (2006) Εισαγωγή στην Ψυχολογία της Υγείας
-Guyton and Hall. (2004). Εγχειρίδιο ιατρικής φυσιολογίας
-Expain Pain, David Butler
-Ψυχοκοινωνικές και πολιτισμικές όψεις του πόνου, θέματα φύλου και ταυτότητας στον πόνο, Βασιλική Τσιρτσιρίδου, Γεωργία Βασιλοπούλου
– Astley, A. (1990). A history of pain. Nursing 4
– Billings, A. (1994). Neuropathetic pain. Journal of palliative care
– Crinella, F. (1994). Brain mechanisms. New York academy of science .
– Ernst, S. B. (1997). A randomized controlled trial of intravenous clodrinate in patients with metastatic bone desease and pain. Journal of pain and symptom management.
-AGS (2002). Panel on Chronic Pain in Older Persons. The management of chronic pain in older persons.
-Bennett PM, Meulders A, Baeyens F, Vlaeyen JW. (2015). Words putting pain in motion: the generalization of pain – related fear within an artificial stimulus category.
-Boersma K, Linton SJ. (2006). Psychological processes underlying the development of a chronic pain problem: a prospective study of the relationship between profiles of psychological variables in the fear-avoidance model and disability
-Cherkas LF, Aviv A, Valdes AM, et al. (2006). The effects of social status on biological aging as measured by white-blood-cell telomere length.
-Cleland J, Fritz J, Childs J. (2008). Psychometric properties of the fear-avoidance beliefs questionnaire and Tampa Scale of Kinesiophobia in patients with neck pain.
-Cook AJ, Brawer PA, Vowles KE. (2006). The fear avoidance model of chronic pain: validation and age analysis using structural equation modeling.
-Crombez G, Eccleston C, Van Damme S, Vlaeyen JW, Karoly P. (2012). Fear- avoidance model of chronic pain: The nextgeneration
-Eccleston C., Palermo TM, Williams AC, Lewandowski Holley A., Morley S., Fisher E., Law E. (2014). Psychological therapies for the management of chronic and recurrent pain in children and adolescents.
-Edwards RR, Fillingim RB, Ness TJ. (2003). Age-related difference in endogenous pain modulation: a comparison of diffuse noxious inhibitory controls in healthy older and younger adults
-Flor H. & Hermann C. (2004). Biopsychosocial models of pain.
-Fordyce, W., Shelton, J. & Dundore, D. (1982). The modification of avoidance learning in pain behaviors. Journal of Behavioural Medicine
-Gignac M, Davis A, Hawker G, et al. (2006). “What do you expect? You’re just getting older”: a comparison of perceived osteoarthritis- related and aging-related health experiences in middle- and older-age adults
-Institute of Medicine (US) (2011). Committee on Advancing Pain Research, Care, and Education. Relieving pain in America: a blueprint for transforming prevention, care, education, and research. National Academies Press (US).
-Leidig S., Glomp I. (2006). Γιατί φοβόμαστε, Μετάφραση Αντωνοπούλου Μαριάννα, Σταινερ Ίρμχλιλντ.
-Moriarty O, McGuire BE, Finn DP. (2011). The effect of pain on cognitive function: a review of clinical and preclinical research
-Moseley GL. & Butler DS. (2015). Fifteen years of explaining pain: The past, present, and future. Journal of Pain
-Neito R, Miro J, Huguet A. (2009). The fear-avoidance model in whiplash injuries.
-Roelofs J, et al. (2007). Fear of movement and (re)injury in chronic musculoskeletal pain: Evidence for an invariant two-factor model of the Tampa Scale for Kinesiophobia across pain diagnoses and Dutch, Swedish, and Canadian samples.
-Rush AJ, Polatin P, Gatchel RJ. (2000). Depression and chronic low back pain: establishing priorities in treatment
-Vlaeyen JW, Linton SJ. (2012). Fear – avoidance model of chronic musculoskeletal pain: 12 years on.
-Volders S, Boddez Y, De Peuter S, Meulders A,Vlaeyen JW. (2015). Avoidance behavior in chronic pain research:A cold case revisited
-WHO (ΠΟΥ) (1995). Lexicon of alcohol and drug terms, Γενεύη.
Γκέλσης Ιωάννης, Φυσικοθεραπευτής, ΟΜΤ, Επιστημονικός Συνεργάτης ΑΠΘ.