Παρασκευή, 24 Ιανουαρίου, 2025

2310 69 90 50

ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Συνέντευξη Κινητοποίησης, γράφει ο Γκέλσης Ιωάννης,PT,OMT,Acup.Sp.

Το σημαντικότερο βήμα για ένα εξατομικευμενό πρόγραμμα αποκατάστασης είναι η “Αξιολόγηση”.

Πρέπει να ακούσουμε τον ασθενή, να μάθουμε για την κλινική του εικόνα, να μας μιλήσει για το πρόβλημα που τον αποσχολεί και να μην στηριχθούμε απόλυτα στις απεικονιστικές του εξετάσεις.

Μέρος την “Αξιολόγησης” είναι και η “Συνέντευξη Κινητοποίησης”!

Η Συνέντευξη Κινητοποίησης (Motivational Interviewing) προσφέρει στους επιστήμονες του χώρου της υγείας μια σειρά από στρατηγικές και τεχνικές, χρήσιμες στην καθημερινή πρακτική τους.

Ξεκίνησε ως μέθοδος θεραπείας ατόμων με προβλήματα αλκοολισμού, όμως, τα τελευταία χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί σε ένα εύρος συμπεριφορών που σχετίζονται με την υγεία (Emmons & Rollnick, 2001).

 Δεν έχουν όλοι οι ασθενείς ισχυρά κίνητρα ούτε είναι όλοι ουσιαστικά έτοιμοι να προχωρήσουν σε αλλαγές στην καθημερινότητα τους και κατ’ επέκταση στον τρόπου ζωής τους.

Η αμφιταλάντευση και τα αντικρουόμενα συναισθήματα απέναντι στην αλλαγή που τους προτείνεται είναι στοιχεία φυσιολογικά (Rollnick, Kinnersley, & Stott, 1993).

 Η Συνέντευξη Κινητοποίησης τους βοηθά να αναγνωρίσουν το πρόβλημά τους και να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Σκοπός της είναι να ενεργοποιήσει τους ασθενείς να ασχοληθούν με την αμφιταλάντευσή τους, να καταλήξουν και να δεσμευτούν σε μια απόφαση αλλαγής, αν αυτό είναι εφικτό (Miller & Rollnick, 2002).

Η Συνέντευξη Κινητοποίησης διαφοροποιείται από άλλες μεθόδους παρέμβασης, κυρίως, στο γεγονός ότι δεν εστιάζει στο «Θα σου αλλάξω τον τρόπο ζωής», αλλά περισσότερο στο «Αν θέλεις, θα σε βοηθήσω να αλλάξεις την καθημερινότητα σου».

Στηρίζεται σε πέντε γενικές αρχές.

1. Έκφραση ενσυναίσθησης: Ο όρος ενσυναίσθηση σημαίνει συναισθηματική συμμετοχή και κατανόηση, το να έχεις, δηλαδή, την ικανότητα να αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα από την πλευρά του άλλου. Ο όρος ο οποίος κρύβεται πίσω από την ενσυναίσθηση είναι η «αποδοχή», η οποία διαφέρει από τη «συμφωνία» ή την «παραδοχή». Μπορεί να αποδέχεται κάποιος τα όσα περιγράφει ο ασθενής, αλλά να μην συμφωνεί μ’ αυτά. Η ακρόαση είναι σημαντική για την έκφραση της ενσυναίσθησης (Goodchild, Skinner, & Parkin, 2005).

2. Ανάπτυξη ασυμφωνίας (μεταξύ της τρέχουσας συμπεριφοράς και των απώτερων στόχων): Στο πλαίσιο της συνέντευξης κινητοποίησης ο ασθενής κατανοεί τις συνέπειες της τρέχουσας συμπεριφοράς και αντιλαμβάνεται την ασυμφωνία μεταξύ αυτής και των απώτερων στόχων του. Σύμφωνα με τον Miller (Miller, 1985), το κίνητρο για την αλλαγή δημιουργείται, όταν τα άτομα αντιλαμβάνονται αυτήν την ασυμφωνία. Ο στόχος είναι να παρουσιάσει ο ίδιος ο ασθενής, και όχι ο θεραπευτής, τους λόγους για αλλαγή.

3. Αποφυγή διαφωνίας και διαμάχης: Η τρίτη βασική αρχή της Συνέντευξης Κινητοποίησης είναι η αποφυγή διαφωνίας και άμεσης αντιπαράθεσης. Είναι από τις πιο ανεπιθύμητες καταστάσεις το να προσπαθεί ο θεραπευτής να «πείσει» τον ασθενή ότι έχει πρόβλημα, ότι πρέπει να αλλάξει, ενώ ο ασθενής με τη σειρά του να υποστηρίζει ακριβώς το αντίθετο. Η άμεση αντιπαράθεση προκαλεί αντίσταση.

4. Ολίσθηση («γύρισμα») της αντίστασης (rolling with resistance): Αντί η αντίσταση να αντιμετωπίζεται με διαμάχη και αντιπαράθεση, θα πρέπει, σύμφωνα με τις αρχές της Συνέντευξης Κινητοποίησης, να «γυρίζει» και να διοχετεύεται σε πιο αποδοτική για την παρέμβαση εξέλιξη. Ο ασθενής αποτελεί σημαντική πηγή λύσεων, αρκεί να τις αναγνωρίσει και να τις αξιοποιήσει. Νέες προοπτικές και λύσεις προτείνονται αλλά δεν επιβάλλονται. Ο θεραπευτής χρησιμοποιεί τη «φόρα» του ασθενούς, για να δημιουργήσει μια νέα δυναμική. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο  δεν μπορούμε να διαφωνούμε με τον ασθενή. Με την «ολίσθηση» της αντίστασης τον καλεί να σκεφτεί μια νέα προοπτική και δυνατότητα, χωρίς, ωστόσο, να επιχειρεί να του την επιβάλλει. Σε κάθε περίπτωση, η συνεργασία είναι σημαντική.

5. Υποστήριξη της αυτοαποτελεσματικότητας: Η αυτοαποτελεσματικότητα συνίσταται στην εμπιστοσύνη του ατόμου στον εαυτό του ότι μπορεί να επιτύχει έναν συγκεκριμένο στόχο. Το να πιστέψει ο ασθενής στη δυνατότητα αλλαγής, αποτελεί κίνητρο. Υποστήριξη της αυτοαποτελεσματικότητας σημαίνει ότι θα βοηθήσει (ο θεραπευτής)  να αλλάξει, εφόσον το επιθυμεί ο ασθενής. Κι αυτό διότι ο ασθενής είναι υπεύθυνος για να επιλέξει και να διεκπεραιώσει την αλλαγή.

Προσεγγίσεις κινητοποίησης (Miller & Rollnick, 1991), οι αποδοτικές προσεγγίσεις κινητοποίησης από την πλευρά του θεραπευτή, είναι οι ακόλουθες:

· Να δίνει συμβουλές. Μπορεί η παροχή συμβουλών, ως μοναδική μέθοδος παρέμβασης, να μην επιφέρει αλλαγές στη συμπεριφορά των περισσότερων ατόμων, αλλά δεν πρέπει να υποβαθμίζεται η επίδραση που έχουν οι συμβουλές, όταν δίνονται στον κατάλληλο χρόνο, είναι σαφείς, συστηματικές και σύντομες (και όχι αποπροσανατολιστικές και συγκεχυμένες). Τέτοιου είδους συμβουλές μπορούν να παρακινήσουν για αλλαγή.

· Να απομακρύνει τα εμπόδια. Ο ασθενής μπορεί να θέλει να ακολουθήσει το θεραπευτικό πρωτόκολλο που του προτείνεται, αλλά να απογοητεύεται ή να αποθαρρύνεται σ’ αυτήν την προσπάθειά του λόγω συγκεκριμένων εμποδίων (κόστος, μετακίνηση, άλλα προβλήματα ή έγνοιες, ντροπή, αναμονή, ανασφάλεια κ.λπ.). Ο θεραπευτής βοηθά τον ασθενή να αναγνωρίσει τα σημαντικότερα εμπόδια που επηρεάζουν την προσπάθειά του και να λύσει πρακτικά προβλήματα.

· Να παρέχει επιλογές. Όταν ο ασθενής αντιλαμβάνεται περιορισμό των επιλογών του, τότε είναι αναμενόμενη ως αντίδραση η «αντίσταση» στην αλλαγή. Η εσωτερική κινητοποίηση ενισχύεται από την αντίληψη ότι υπάρχει η δυνατότητα επιλογής, δηλαδή, από το γεγονός ότι ο ίδιος ασθενής μπορεί να «επιλέξει» τη μέθοδο θεραπείας του. Επομένως, του δίνονται εναλλακτικές λύσεις και προτείνεται πρόγραμμα θεραπευτικής παρέμβασης με εναλλακτικές προσεγγίσεις (όχι ένα τυποποιημένο πρωτόκολλο που να εφαρμόζεται σε όλους). Η εμμονή σε έναν συγκεκριμένο θεραπευτικό στόχο ή θεραπευτικό πρωτόκολλο, ανεξάρτητα από τις προσδοκίες ή τους στόχους του ασθενούς, μειώνει την κινητοποίησή του.

· Να δείχνει ενσυναίσθηση. Η ενσυναίσθηση αποτελεί σημαντική δεξιότητα, στην οποία ο θεραπευτής χρειάζεται εκπαίδευση. Μέσω της ακρόασης, κατανοεί/αντιλαμβάνεται το τι εννοεί ο ασθενής, ανεξάρτητα από το αν είχε ή όχι ο ίδιος στο παρελθόν ανάλογη εμπειρία.

· Να παρέχει ανατροφοδότηση (feedback). Η επίγνωση της κατάστασής του, των συνηθειών του και της προόδου του αποτελούν για τον ασθενή σημαντικά στοιχεία για τη συνεχή κινητοποίησή του. Η ανατροφοδότηση μπορεί να είναι αντικειμενική ή υποκειμενική. Ως εργαλεία ανατροφοδότησης χρησιμοποιούνται τα αποτελέσματα εξετάσεων, αξιολογήσεις στην δύναμη, το εύρος κίνησης, ειδικά tests για την κάθε παθολογία/τραυματισμό.

· Να διευκρινίζει τους στόχους. Ο ασθενής είναι σε θέση να συγκρίνει τα αποτελέσματα της προσπάθειάς του με κάποιον συγκεκριμένο στόχο, ρεαλιστικό και εφικτό. Αποτελεί διαδικασία αυτοαξιολόγησης της τρέχουσας κατάστασής του σε σχέση με τον στόχο. Ο καθορισμός στόχων και η ανατροφοδότηση (ανάδραση) δρουν από κοινού προς την ίδια κατεύθυνση.

· Να παρέχει ενεργή βοήθεια. Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει είτε θεραπευτικές πρωτοβουλίες είτε εκδήλωση ενδιαφέροντος προς τον ασθενή. Για παράδειγμα, να πάρει ο θεραπευτής την πρωτοβουλία να τηλεφωνήσει στον ασθενή, όταν ο τελευταίος δεν έρθει στο ραντεβού του, να του τηλεφωνήσει ένα – δύο μήνες μετά την ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος για να δει αν ακολουθεί τις οδηγίες, να απαντήσει σε πιθανές ερωτήσεις, να ανατροφοδοτήσει το ενδιαφέρον, να τον εντάξη σε ομάδες δράσης, τοπικούς αγώνες κλπ.

Γκέλσης Ιωάννης,Φυσικοθεραπευτής,OMT,Acup.Sp.

Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία

Miller, W. R. (1985). Motivation for treatment: a review with special emphasis on alcoholism. Psychol Bull, 98(1), 84-107.

Miller, W. R., & Rollnick, S. (1991). Motivational Interviewing: Preparing People to Change Addictive Behaviors. New York, N.Y. : Guilford Press.

Miller, W. R., & Rollnick, S. (2002). Motivational Interviewing: preparing people for change. New York, N.Y.: The Guilford Press.

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ